Το πάθος
πως φουντώνει,
κάθε φορά που συναντώ,
εσένα στο μπαλκόνι.
Το χάραμα ξυπνούσα
και πότιζα τα άνθη,
στη μεριά σου όμως κοιτούσα.
Μάτια γαλαζοπράσινα,
σαν λιβάδια του ουρανού, τα βλέπω
κι ας ήταν ακόμη μισοσκότεινα.
Το κορμί σου υπέροχο και λυγερό,
λεπτό και μικροκαμωμένο,
πόσο θα ‘θελα μια νύχτα να το χαρώ.
Τα μελαχρινά σου μαλλιά,
ήταν το έμβλημα της γοητείας,
που κυμάτιζαν καθώς τίναζες χαλιά.
απ’ του προσώπου σου την ομορφιά,
ήθελα να σ’ είχα κοντά μου.
Χάρισε με ένα χαμόγελο σου μόνο
κ’ ύστερα άφησε με μοναχό,
να ζω εν’ ατέλειωτο όνειρο στο χρόνο.
Πάρης Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου